φρίξου

φρίξου
φρί̱ξου , φρῖξος
standing on end
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Φρίξου — Φρίξος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κριός — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 80 μ., 53 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ορεστιάδος του νομού Έβρου. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο του νομού, 165 χλμ. ΒΑ της Αλεξανδρούπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τριγώνου. II (Αστρον.). Αστερισμός του βορείου… …   Dictionary of Greek

  • Άκτωρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του βασιλιά της Φωκίδας Δηιόνα και της κόρης του Ξούθου Διομήδη. Ο Ά. απέκτησε τον Μενοίτιο από την Αίγινα, κόρη του ποταμού Ασωπού. Ο Μενοίτιος ήταν ο πατέρας του Πατρόκλου. 2. Ένας από τους Αργοναύτες, γιος… …   Dictionary of Greek

  • άκτωρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του βασιλιά της Φωκίδας Δηιόνα και της κόρης του Ξούθου Διομήδη. Ο Ά. απέκτησε τον Μενοίτιο από την Αίγινα, κόρη του ποταμού Ασωπού. Ο Μενοίτιος ήταν ο πατέρας του Πατρόκλου. 2. Ένας από τους Αργοναύτες, γιος… …   Dictionary of Greek

  • ανθρωποθυσία — Πανάρχαιο έθιμο προσφοράς ανθρώπων στους θεούς. Συνηθιζόταν από τους περισσότερους λαούς και βασιζόταν στις διάφορες δοξασίες και δεισιδαιμονίες τους, και κυρίως στην πίστη τους ότι ο άνθρωπος εξαρτάται από κάποια ανώτερη δύναμη. Οι α. γίνονταν… …   Dictionary of Greek

  • αργός — I Πόλη (υψόμ. 40 μ., 24.239 κάτ.), του νομού Αργολίδος, έδρα του ομώνυμου δήμου. Χτισμένο στη θέση της αρχαίας πόλης, διατήρησε το ίδιο όνομα από πανάρχαια χρόνια. Σήμερα είναι ανεπτυγμένο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο με ωραία ρυμοτομία.… …   Dictionary of Greek

  • ευνή — η (Α εὐνή, επικ. γεν. εν. και πληθ. εὐνῆφι, εὐνῆφιν) νεοελλ. ναυτ. μικρή άγκυρα τών ναρκών από σκυροκονίαμα ή από χυτοσίδηρο αρχ. 1. ο τόπος όπου κοιμάται κάποιος, το κρεβάτι, η κλίνη («ἔβη εἰς εὐνήν», Ομ. Οδ.) 2. το στρώμα (α. «λέχος πόρσυνε καὶ …   Dictionary of Greek

  • νεφέλη — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Σύζυγος του Αθάμαντα, που ήταν βασιλιάς των Μινυών στον Ορχομενό της Βοιωτίας. Από τον γάμο αυτό είχε αποκτήσει τον Φρίξο και την Έλλη. 2. Σύζυγος του Ιξίωνα, ο οποίος είχε ερωτευτεί την Ήρα, και που εξαιτίας του ο… …   Dictionary of Greek

  • Αθαμαντίς — I  Μυθολογικό πρόσωπο. Επώνυμο της Έλλης, αδελφής του Φρίξου, που της δόθηκε από το όνομα του πατέρα της Αθάμαντα, βασιλιά του Ορχομενού. Η Έλλη (ή Αθαμαντίς) μαζί με τον αδελφό της Φρίξο, από απεικόνιση σε κρατήρα. II (Αστρον.). Αστεροειδής που… …   Dictionary of Greek

  • Αργοναύτες — Μυθικοί ήρωες που πήραν μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, ένα από τα περιφημότερα γεγονότα που αναφέρει η ελληνική μυθολογία και το οποίο τραγούδησε η ελληνική ποίηση από τον Όμηρο έως τον Απολλώνιο τον Ρόδιο. Σκοπός της εκστρατείας ήταν να… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”